Επόμενη συνάντηση, 24.5.2023, 20:00
Η αόρατη εργασία ψηφιοποίησης στην κατασκευή της ψηφιακής κοινωνίας: περιπτώσεις από την ελληνική εμπειρία, 2004-2020
Χρησιμοποιώντας αναλυτικές έννοιες και μεθοδολογικά εργαλεία από την Ιστορία της Τεχνολογίας και τις Σπουδές Επιστήμης και Τεχνολογίας, κυρίως την προσέγγιση της «τεχνολογίας-κατά-τη-χρήση» (technology-in-use) και κρατώντας ως αφετηριακή παραδοχή ότι η τεχνολογία ενσωματώνει κοινωνικά νοήματα με τρόπο που επιτρέπει να περιγραφεί η σχέση τεχνολογίας-κοινωνίας με όρους αμοιβαίας συνδιαμόρφωσης, η έρευνα επιχειρεί να αναδείξει τα χαρακτηριστικά της εργασίας που απαιτείται για τη μετατροπή ενός αναλογικού/συμβατικού αρχείου σε ψηφιακό. Τα έργα ψηφιοποίησης αποτελούν την κατεξοχήν έκφραση των αρετών της ψηφιακότητας και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής, όμως ο ηγεμονικός λόγος γύρω από αυτές τις αρετές αποκρύπτει τις κοινωνικές διαδικασίες που συντελούνται κατά την πραγματοποίησή τους. Στην ψηφιακή κοινωνία τα τεχνολογικά συστήματα παρουσιάζονται και υποστασιοποιούνται ως οι βασικοί, αν όχι μοναδικοί, συντελεστές της ψηφιοποίησης, το κύριο υποκείμενο της αλλαγής. Η εστίαση όμως στις υλικότητες αγνοεί τα ίδια τα υποκείμενα παραγωγής της ψηφιακής πληροφορίας. Μέσα από τη μελέτη τριών έργων ψηφιοποίησης στο πρόσφατο παρελθόν (2004-2020) αναδεικνύεται η αόρατη δημιουργική και δεξιοτεχνική εργασία των ομάδων ψηφιοποίησης ή/και τεκμηρίωσης, σε μια αντίστροφη λογική από εκείνη του λόγου περί ευφυών μηχανών που θέλει τα χαρακτηριστικά και τις επιδόσεις τους να την καθιστούν περιττή. Καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, οι ομάδες ψηφιοποίησης αντιμετώπισαν απροσδόκητα προβλήματα άσχετα με τις δεξιότητες ή τις γνώσεις των εργαζομένων και την κατάσταση του υλικού, αλλά είχαν να κάνουν κυρίως με δυσκολίες που προκλήθηκαν από τεχνικές δυσλειτουργίες, από την επιλογή ακατάλληλου εξοπλισμού και την προετοιμασία του υλικού για ψηφιοποίηση . Έτσι, το προσωπικό έπρεπε να προσαρμόσει τη διαδικασία σάρωσης με τέτοιο τρόπο ώστε η δημιουργικότητα, η επινοητικότητα, η προθυμία και η έμπνευσή τους να προσφέρουν τις λύσεις που απαιτούνταν για την πρόοδο του έργου. Με αυτόν τον τρόπο, αναδείχθηκε ο κρίσιμος ρόλος της εμπρόθετης δράσης που τροποποίησε το προκαθορισμένο κανονιστικό σενάριο των απαιτούμενων εργασιών. Αυτή η δημιουργική εργασία ωστόσο δεν αναγνωρίστηκε από την πλευρά των εργοδοτών ως τέτοια ούτε σε επίπεδο αμοιβής ούτε σε επίπεδο βελτίωσης της παρεχόμενης υπηρεσίας παρά το γεγονός ότι υπήρξε ο καθοριστικός παράγοντας για την ολοκλήρωση των έργων. Παράλληλα, μέσα από την έρευνα αναδεικνύονται τα χαρακτηριστικά ενός εργατικού δυναμικού που απασχολείται στον χώρο της αρχειακής πληροφορίας, δυναμικού φθηνού, κατά βάση νεανικού και γυναικείου, προσωρινής απασχόλησης ως επί το πλείστον και που συνδέεται στενά με το τοπίο της επισφαλούς εργασίας των τελευταίων ετών ενώ εγγράφεται στο πλαίσιο της περιορισμένης ανθρώπινης παρέμβασης σε σχέση με τις σύγχρονες ψηφιακές τεχνολογίες.