Συναντήσεις - συζητήσεις

Αρχική » Δραστηριότητες » Συναντήσεις - συζητήσεις
Η ΕΜΝΕ οργανώνει από το 1975 στα Γραφεία της, ανά δεκαπενθήμερο περίπου και ημέρα Τετάρτη, δημόσιες ομιλίες-συζητήσεις σε θέματα νεοελληνικού κυ­ρίως ενδιαφέροντος. Πλήρες χρονικό των συναντήσεων αυτών από το 1975 μπορείτε να δείτε εδώ. Οι δεκαπενθήμερες συναντήσεις πήραν από το 1977 και ύστερα, τη μορφή ομιλιών σε ειδικά θέ­ματα. Βασική επιδίωξη της ΕΜΝΕ είναι οι ανακοινώσεις να έχουν, κατά το δυνατόν, σεμιναριακό χαρακτήρα: να αναφέρονται δηλαδή σε ένα συγκεκριμένο θέμα, νεοελληνικού ή ιστοριογραφικού γενικά ενδιαφέροντος, το οποίο αποτελεί αντικείμενο μελέτης του ομιλη­τή, και να επιτρέπουν τον διάλογο με το ακροατήριο. Το πρό­γραμμα των ομιλιών καταρτίζεται από την Επιτροπή Παρουσιά­σεων, η οποία αναζητά τους ομιλητές στον κύκλο των νεοελληνι­στών, με την ευρεία έννοια του όρου, αλλά και στον χώρο των ιστορικών γενικά και των επιστημόνων με ιστοριογραφικά ενδια­φέροντα. Επιδίωξη της Επιτροπής είναι να αντιπροσωπεύονται στο πρόγραμμα, κατά το δυνατόν, όλοι οι τομείς της ιστορικής επιστήμης.

Οι ομιλίες έχουν συνήθως τον χαρακτήρα της παρουσίασης μιας ερευνητικής εργασίας «εν τω γίγνεσθαι», χωρίς να αποκλείον­ται βέβαια και οι παρουσιάσεις ολοκληρωμένων εργασιών. Στόχος της Εταιρείας πάντως είναι οι ομιλίες να μην είναι εξαντλητικές και να επιτρέπουν τη συμμετοχή του ακροατηρίου. Η διαδικασία που ακολουθείται είναι συνήθως η ακόλουθη: Ο ομιλητής παρου­σιάζει σε γενικές γραμμές το θέμα του, που μπορεί να είναι και αντικείμενο διδακτορικής διατριβής, τις μεθοδολογικές επιλογές του, τα προβλήματα που συναντά στην έρευνα και τη μελέτη του θέματός του και τους τρόπους με τους οποίους προσπάθησε να τα αντιμετωπίσει. Ακολουθεί συζήτηση πάνω στα ζητήματα που έθε­σε ο ομιλητής και αναζητούνται μέσα από τον διάλογο εναλλα­κτικοί δρόμοι για την αντιμετώπιση των θεωρητικών και ερευνη­τικών προβλημάτων. Η παρακολούθηση των ομιλιών από το ακροα­τήριο και η συμμετοχή του στη συζήτηση διευκολύνεται απο μι­κρές περιλήψεις ή άλλα σχετικά κείμενα που o εισηγητής μοιρά­ζει πριν από την ομιλία του. Παράλληλα με τις ομιλίες αυτές, γίνονται συλλογικές παρουσιάσεις ερευνητικών εργασιών και ανοι­χτές συζητήσεις πάνω σε ποικίλα θέματα και προβλήματα της σύγχρονης ιστοριογραφίας.

Από το φθινόπωρο του 2003 όταν καταρτίζεται το πρόγραμμα των παρουσιάσεων, ορίζονται για κάθε μία από αυτές ένας, δύο ή και περισσότεροι "συζητητές", ειδικοί δηλαδή κατά τεκμήριο ερευνητές, οι οποίοι με τις παρατηρήσεις και τις παρεμβάσεις τους, όταν ο ομιλητής τελειώσει, συμβάλλουν στο να ακολουθήσει μία δημιουργική συζήτηση.

Αν είσαι ερευνήτρια/ερευνητής και θέλεις να παρουσιάσεις τη δουλειά σου στο πλαίσιο των συναντήσεων της ΕΜΝΕ, ή αν θέλεις να προτείνεις οτιδήποτε σχετικό με τις συναντήσεις-συζητήσεις, στείλε μας ένα μήνυμα από εδώ, δίνοντας όλες τις απαραίτητες πληροφορίες (ιδιότητα, θέμα, πλαίσιο της έρευνας).


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΩΝ-ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΝ


  ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2023 – ΙΟΫΝΙΟΣ 2023

Τετάρτη
8.2.2023

Γεράσιμος Παγκράτης


Συζητητές: Γεώργιος Κουτζακιώτης, Κατερίνα Μπρέγιαννη
 
 
Το προξενικό και διπλωματικό δίκτυο της Επτανήσου Πολιτείας (1800-1807)
 
Η Επτάνησος Πολιτεία (1800-1807) ιδρύθηκε στα νησιά του Ιονίου Πελάγους ως ένα ανάχωμα στις επεκτατικές βλέψεις του Ναπολέοντα Βοναπάρτη στην Ανατολική Μεσόγειο, χάρη στην πρόσκαιρη συμμαχία Ρώσων και Οθωμανών, που είχαν τη σύμφωνη γνώμη και της Μεγάλης Βρετανίας. Γρήγορα η ρωσική επιρροή εξελίχθηκε σε κυρίαρχη στο νέο κρατίδιο. Μία από τις πλευρές της λειτουργίας του ιονίου κράτους που αποτυπώνουν τις παραπάνω πραγματικότητες είναι τα προξενεία που στελεχώθηκαν με πρόσωπα που βρίσκονταν πολύ κοντά στα ρωσικά συμφέροντα. Το ιστορικό πλαίσιο ίδρυσης του νέου κράτους, οι θεσμικοί όροι οργάνωσης του ιονικού προξενικού δικτύου, το προφίλ των προξένων και οι εν γένει λειτουργίες τους είναι οι άξονες γύρω από τους οποίους θα κινηθεί αυτή η παρουσίαση.

Τετάρτη
22.2.2023

Αλέξανδρος Κεσσόπουλος
 
Συζητητές: Μανόλης Κούμας, Αχιλλέας Φωτάκης
 
 
 
 
Η κατάρρευση των δημοκρατιών στη μεσοπολεμική Ευρώπη: τρεις τύποι θανάτου
 
Η εισήγηση εστιάζει στη συγκριτική συνταγματική ιστορία επτά ευρωπαϊκών δημοκρατιών, οι οποίες καταλύθηκαν κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Σε τρεις περιπτώσεις επιβλήθηκε μια στρατιωτική ή βασιλική δικτατορία (Βουλγαρία, Ρουμανία, Γιουγκοσλαβία), σε τρεις άλλες, αυταρχικοί ηγέτες διορίσθηκαν πρωθυπουργοί, παρότι δεν διέθεταν επαρκή κοινοβουλευτική δύναμη (Ιταλία, Ελλάδα, Γαλλία), ενώ στην τελευταία περίπτωση, αυτή της Γερμανίας, ένας εχθρός της δημοκρατίας ανέλαβε την εξουσία μετά από δύο διαδοχικές εκλογικές νίκες. Δεδομένου ότι καθεμιά από τις χώρες αυτές είχε τα δικά της –κοινωνικά, πολιτικά και θεσμικά– ιδιαίτερα γνωρίσματα, προκύπτει το ερώτημα αν ο τρόπος λειτουργίας ενός δημοκρατικού πολιτεύματος μπορεί να σχετίζεται με την, περισσότερο ή λιγότερο νομότυπη, διαδικασία της κατάλυσής του.
Τετάρτη
8.3.2023

Φώτης Παπαδόπουλος
 
Συζητήτριες: Κλεονίκη Αλεξοπούλου, Άννα Καρακατσούλη
 
Ελληνικές κοινότητες μεταναστών στη Νότια Ροδεσία και στην Τανγκανίκα: ασταθής λευκότητα και αμφίσημη τοποθέτηση των ελληνόφωνων μεταναστών στην ιεραρχία της αποικιοκρατίας, 1890-1960
 
Ο σχηματισμός των ελληνικών κοινοτήτων στην υποσαχάρια Αφρική ήταν το ιστορικό αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας διαδικασίας ανοργάνωτης μετανάστευσης από ελληνόφωνες κοινότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, της Κύπρου και της Αιγύπτου. Οι απαρχές του μεταναστευτικού ρεύματος εντοπίζονται στα τέλη του 19ου αιώνα, ενώ η παρουσία των Ελλήνων μεταναστών/μεταναστριών στην υποσαχάρια Αφρική έφτασε στο δημογραφικό της αποκορύφωμα τη δεκαετία του 1960, αριθμώντας περίπου 150.000 άτομα. Η παρουσία των Ελλήνων δεν ήταν σημαντική αριθμητικά, αλλά η σημασία της προκύπτει από τους όρους με τους οποίους αυτός ο περιορισμένος αριθμός μεταναστών χωρίς αποικιακό παρελθόν ή την άμεση υποστήριξη του αποικιακού κράτους κατάφερε να αποκτήσει δυσανάλογη σημασία για την τοπική οικονομία και πολιτική σε ορισμένες περιοχές εντός ορισμένων αποικιών, και, ως εκ τούτου, τι μας λέει αυτό το φαινόμενο για τον χαρακτήρα της αποικιοκρατίας. Η συσχέτιση αυτού του φαινομένου με την ανάπτυξη συγκεκριμένων χαρακτηριστικών της αποικιοκρατίας στην Ανατολική και Κεντρική Αφρική αφορά το κύριο ερώτημα του διδακτορικού μου ερευνητικού έργου για την ελληνική μετανάστευση στη Ζιμπάμπουε (Νότια Ροδεσία) και στην Τανζανία (Τανγκανίκα). 
Η εισήγηση θα εξετάσει τις οικονομικές δραστηριότητες και τις σχέσεις των Ελλήνων μεταναστών με τους Ευρωπαίους αποίκους και ιθαγενείς πληθυσμούς από το 1890 μέχρι και τη δεκαετία του 1960. Η παρουσίαση θα χωριστεί σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος θα διερευνηθούν οι λόγοι που Έλληνες από την Ανατολική Μεσόγειο επέλεξαν την υποσαχάρια Αφρική ως τόπο μετανάστευσης. Συγκεκριμένα τον ρόλο της αλυσιδωτής μετανάστευσης και τα προγράμματα στρατολόγησης Ελλήνων εργατών και ειδικευμένων αγροτών από τις αποικιακές κυβερνήσεις της Γερμανικής Ανατολικής Αφρικής και Ροδεσίας. Στο δεύτερο μέρος, θα εξεταστεί η αμφισβήτηση της λευκότητας και καταλληλότητας ως αποίκων των Ελλήνων σε ταξική και εθνοτική βάση από τους Βρετανούς και Γερμανούς. Στο τρίτο μέρος, μέσω προφορικών μαρτυριών και παροικιακών εκδόσεων, θα δοθεί έμφαση στο πώς οι ίδιοι οι Έλληνες μετανάστες τοποθετούσαν τον εαυτό τους στην αποικιακή ιεραρχία καθώς και στη σχέση τους με τους ιθαγενείς λαούς.
 
Τετάρτη
22.3.2023

Κωνσταντίνος Πούλιος
 
Συζητητές: Παναγιώτης Γεωργακάκης, Νικόλας Πίσσης
 
«Οι πρωταγωνιστές του θεάτρου της ειρήνης» ή το να είναι κανείς πληρεξούσιος διαπραγματευτής στο Συνέδριο του Κάρλοβιτς (1698-99)
 
Αν τα συνέδρια ειρήνης της πρώιμης νεότερης εποχής προσομοίαζαν σε ένα «θέατρο», σύμφωνα με την τότε ορολογία, τότε οι πρωταγωνιστές αυτού του θεάτρου θα ήταν αναμφισβήτητα τα πρόσωπα που συμμετείχαν σε αυτό με ένα συγκεκριμένο ρόλο: αυτόν του πληρεξούσιου διαπραγματευτή.  Παρά την στροφή της έρευνας την τελευταία δεκαετία υπό την επιρροή της λεγόμενης «Νέας Διπλωματικής Ιστορίας» σε δευτεραγωνιστές των διπλωματικών επαφών ή άλλους ανεπίσημους, πλην σημαντικούς ενίοτε, απεσταλμένους, η θέση των πρέσβεων στα συνέδρια ειρήνης της πρώιμης νεότερης εποχής παραμένει κεντρική. Τι σήμαινε όμως το να είναι κάποιος πληρεξούσιος διαπραγματευτής στα τέλη του 17ου αιώνα; Σε αυτό το κεντρικό ερώτημα επιχειρεί να απαντήσει η παρουσίαση, παίρνοντας ως μελέτη περίπτωσης το Συνέδριο Ειρήνης του Κάρλοβιτς. Το ενδιαφέρον του τελευταίου έγκειται στο ότι συγκέντρωσε ανθρώπους από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα με ανόμοιες αλλά και αρκετές κοινές αντιλήψεις ως προς τον ορισμό του «ιδανικού διαπραγματευτή». 
Για να απαντηθεί όμως το κεντρικό μας ερώτημα, επιμέρους ζητήματα θα πρέπει να τεθούν. Με βάση το πλούσιο και ετερόγλωσσο αρχειακό υλικό του συνεδρίου θα εξεταστούν το ηλικιακό, κοινωνικό και εκπαιδευτικό προφίλ των πληρεξουσίων διαπραγματευτών• τα προσόντα που θα έπρεπε να κατέχουν σύμφωνα με τις διάφορες σύγχρονες του συνεδρίου πηγές• οι πολλαπλοί κοινωνικοί ρόλοι, ταυτότητες και συμφέροντα ορισμένων από αυτούς και πώς αυτή η πολλαπλότητα επηρέαζε τη συμπεριφορά τους κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων – ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί εδώ στην προσωπικότητα του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου του εξ Απορρήτων• το συμβολικό και υλικό κεφάλαιο που αποκόμιζαν ή προσδοκούσαν να αποκομίσουν από τη συμμετοχή τους στις διαπραγματεύσεις• η καθημερινότητα και τα βασικά τους καθήκοντα κατά τη διάρκεια του συνεδρίου• η μέθοδος αυτοπαρουσίασής τους, κυρίως μέσω των γραμμάτων ή των εκθέσεων προς τους ανωτέρους τους και τέλος το πόσο ελεύθεροι και αυτόνομοι ήταν στις κινήσεις τους κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. 
Μέσα από την εξέταση αυτών των ζητημάτων θα προβληθεί ο κόσμος της λεγόμενης  «διπλωματίας παλαιού τύπου» (Diplomatie vom type ancien), ένας κόσμος πολύπλοκος και πολυσχιδής, όπου η επιλογή των απεσταλμένων βασιζόταν τόσο σε πελατειακά δίκτυα και κοινωνικά κριτήρια όσο και σε αντικειμενικές ικανότητες και εμπειρία• όπου οι πρέσβεις δεν ήταν επαγγελματίες διπλωμάτες αλλά ευγενείς και γραφειοκράτες που εκπροσωπούσαν τα δικά τους συμφέροντα μαζί με αυτά των ηγεμόνων τους και όπου οι επιτυχείς διαπραγματεύσεις δρούσαν ως εφαλτήριο κοινωνικής ανόδου και προσπορισμού σημαντικού υλικού οφέλους. 

 
Τετάρτη
5.4.2023

Αθηνά Σπανίδου
 
Συζητήτριες: Μαριτίνα Λεοντσίνη, Στέλλα Χατζοπούλου
 
 
Διαταράσσοντας τα όρια: νοηματοδοτήσεις και ερμηνείες της γυναικείας παρενδυσίας στη Μεσαιωνική Δύση
 
Η μελέτη της γυναικείας παρενδυσίας κατά τη μεσαιωνική περίοδο έχει λάβει διαστάσεις αινίγματος στην υφιστάμενη βιβλιογραφία, εξαιτίας του πολυσήμαντου χαρακτήρα με τον οποίο δύναται να αναγνωσθεί, αλλά και των δυσανάγνωστων ετερόκλητων κινήτρων που την προκαλούσαν. Γυναίκες που μεταμφιέζονταν σε άνδρες μοναχούς, αλλά και σε ιππότες, γυναίκες που φορούσαν ανδρικά ρούχα για να πλαγιάσουν με άνδρες, αλλά και με γυναίκες, γυναίκες που συλλαμβάνονταν να κλέβουν ή να διασχίζουν τον δρόμο ως άνδρες συνιστούν μερικές από εκείνες τις περιπτώσεις που εκτινάσσουν τη σημασιοδοτική δυναμική της παρενδυσίας στις ζωές των γυναικών, καθιστώντας τη συγχρόνως το εργαλείο διαπραγμάτευσης των πολιτισμικών σχημάτων (schemas) που παράγουν και αναπαράγουν τις έμφυλες προσλήψεις. Δεδομένης της κεντρικής θέσης της ενδυμασίας στη μεσαιωνική κοινωνία αναφορικά με τον σχηματισμό διακριτών ταυτοτήτων ανάλογα με το επιτήδευμα, την καταγωγή, την πίστη, το φύλο και την κοινωνική θέση, η παρενδυσία φαίνεται πως διατάρασσε τις δομικές συμβάσεις συγκρότησης υποκειμένων και κοινωνικών σχέσεων κατά την υπό εξέταση περίοδο. Υπό το εν λόγω πρίσμα, η παρούσα ανακοίνωση θα εξετάσει την παρενδυσία ως μια κοινωνική πρακτική διατάραξης της έμφυλης τάξης πραγμάτων και ρευστοποίησης των έμφυλων δυϊσμών που διαμόρφωναν συμβολικά τις σχέσεις εξουσίας στις μεσαιωνικές δυτικές κοινωνίες. Μέσω αυτής προσέγγισης, επιχειρείται η υπέρβαση του αινιγματικού της χαρακτήρα, ενώ διεκδικείται η ανανοηματοδότησή της βάσει των νέων πηγών, όπου αυτή συναντάται, ούτως ώστε να προσδώσει στην εμπρόθετη δράση των γυναικών μία ανατρεπτική δυναμική, ικανή να ελέγξει ή και να μεταβάλει έως ένα βαθμό, μέρος των συνθηκών της ζωής τους.
 
Τετάρτη

26.4.2023

Βασιλική Θεοδώρου
 
Συζητήτριες: Κατερίνα Γαρδίκα, Δέσπω Κριτσωτάκη
 
 
 
Η πολιτική της δικτατορίας Μεταξά για τη μητρότητα και την παιδική ηλικία. Μερικές υποθέσεις για τις ιδεολογικές χρήσεις της πρόνοιας
 
Είναι γνωστή στη βιβλιογραφία η τομή που επέφερε το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου στην ανάπτυξη πολιτικών για τη μητρότητα σε πολλές δυτικές χώρες καθώς και στο πώς οι πολιτικές αυτές συνδέθηκαν τόσο με την ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας όσο και με τις δημογραφικές ανησυχίες της εποχής. Αν και η έρευνα για την κοινωνική πολιτική και τη «λατρεία της μητρότητας» τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα αφορά σε ένα ευρύ φάσμα πολιτικών συστημάτων, ιδιαίτερη έμφαση έχει δοθεί στην «πολιτικοποίηση της αναπαραγωγής», δηλαδή στην πολιτική για τις γεννήσεις και τη φροντίδα της βρεφικής ηλικίας που ανέπτυξαν τα αυταρχικά, και κυρίως τα ολοκληρωτικά, καθεστώτα του Μεσοπολέμου, στο πλαίσιο φυλετικών και ευγονιστικών πολιτικών. Πληθυσμιακή και οικογενειακή πολιτική ταυτίστηκαν από τα καθεστώτα αυτά για να εξυπηρετήσουν ιμπεριαλιστικές βλέψεις  και άλλα γνωστά καταστροφικά σχέδια, παράλληλα με την ποσοτική και την ποιοτική βελτίωση του «εθνικού αποθέματος», για το οποίο υπεύθυνες θεωρούνταν οι μητέρες. 
Πολλές πτυχές των βιοπολιτικών που αφορούν στην προστασία της μητρότητας και της παιδικής ηλικίας την περίοδο του ελληνικού Μεσοπολέμου δεν έχουν απασχολήσει την έρευνα, ούτε οι προβληματισμοί που διατυπώθηκαν στον δημόσιο λόγο, κυρίως από γιατρούς, για την ποιότητα της υγείας του πληθυσμού ή η στάση που τήρησαν οι αυταρχικές κυβερνήσεις απέναντι σε ζητήματα οικογενειακής πολιτικής. Στόχος της ανακοίνωσής μου είναι να εξετάσω τον τρόπο με τον οποίο η δικτατορία Μεταξά προσέγγισε παρόμοια ζητήματα, τα έργα που χρηματοδότησε και τους στόχους στους οποίους απέβλεπε καθώς και τους λόγους που ανέπτυξε σε συνάρτηση με τις ευγονιστικές ανησυχίες και τη συζήτηση γύρω από το δημογραφικό ζήτημα. Θα διατυπώσω επίσης μερικές υποθέσεις σχετικά με το α) εάν οι πολιτικές για την προστασία της μητρότητας και της παιδικής ηλικίας αποτελούν συνέχεια ή τομή σε σχέση με την πολιτική των φιλελεύθερων κυβερνήσεων την προηγούμενη περίοδο, και β) πώς χρησιμοποιήθηκαν για την ενίσχυση του προφίλ  του δικτάτορα. 
 
Τετάρτη

10.5.2023

Γιώργος Καζαντζίδης
 
 
Συζητητές: Βαγγέλης Καραμανωλάκης, Μιχάλης Πασχάλης
 
 
Ελληνικές μεταφράσεις και μαρξιστικές προσεγγίσεις της λατινικής ποίησης στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα
 
Στην κριτική του για τη μετάφραση των Γεωργικών του Βιργίλιου από τον Κ. Θεοτόκη, ο Κ. Χατζόπουλος γράφει: «Δεν είμαι από τους θαμαστές της λατινικής ποίησης … Το τεχνητό και ζητημένο της περσότερο … ο αυλικός της χαρακτήρας στην εποχή της ακμής της δε μ’ ενθουσιάζουν τόσο. Όση καλλιτεχνική έκφραση κι αν έχουν οι ύμνοι του Βεργιλίου στον Καίσαρα Αύγουστο, δε φτάνει αυτή να με κάμει να μην αηδιάζω τον τσανακογλύφτη του ταλλαρά Μαικήνα και δεν το κρύβω ακόμα πως το μεγάλο κόπο που θυσίασε ο φίλος μου Θεοτόκης για τη μετάφραση των ‘Γεωργικών’, θα προτιμούσα να τον έβαζε για τη μετάφραση κάποιου ανθρωπιστικότερου, επαναστατικότερου έργου» (Ο Νουμάς, τεύχος 378, 1910, σελ. 1-2).
Έμμεσα ή άμεσα, ο Κ. Θεοτόκης απαντάει στην κριτική του Χατζόπουλου με τη σπουδαία μετάφραση του De rerum natura του Λουκρήτιου. Στην ανακοίνωσή μου θα ασχοληθώ με το ιδεολογικό περικείμενο του συγκεκριμένου μεταφραστικού εγχειρήματος, συζητώντας, μεταξύ άλλων: τις εκλεκτικές συγγένειες του Θεοτόκη με τη μεταφραστική ατζέντα του επτανησιακού ριζοσπαστισμού, την επιδίωξή του να εμφανίσει τη δημοτική ως μία υψηλή γλώσσα ικανή να αναμετρηθεί με το πιο δύσκολο ίσως, τόσο γλωσσικά όσο και εννοιολογικά, κείμενο που μας έχει σωθεί από τη λατινική γραμματεία, και τέλος τη σαφή του πρόθεση να μεταφέρει στα νέα ελληνικά ένα φιλοσοφικό ποίημα η επαναστατικότητα του οποίου, κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, κατοχυρώνεται πλέον ως αδιαμφισβήτητη στους κύκλους των Ευρωπαίων μαρξιστών. 
 
Τετάρτη

24.5.2023

Αλέξανδρος Παναγόπουλος
 
 
Συζητητές: Χρήστος Καραμπάτσος, Λήδα Παπαστεφανάκη
 
Η αόρατη εργασία ψηφιοποίησης στην κατασκευή της ψηφιακής κοινωνίας: περιπτώσεις από την ελληνική εμπειρία, 2004-2020
 
Χρησιμοποιώντας αναλυτικές έννοιες και μεθοδολογικά εργαλεία από την Ιστορία της Τεχνολογίας και τις Σπουδές Επιστήμης και Τεχνολογίας, κυρίως την προσέγγιση της «τεχνολογίας-κατά-τη-χρήση» (technology-in-use) και κρατώντας ως αφετηριακή παραδοχή ότι η τεχνολογία ενσωματώνει κοινωνικά νοήματα με τρόπο που επιτρέπει να περιγραφεί η σχέση τεχνολογίας-κοινωνίας με όρους αμοιβαίας συνδιαμόρφωσης, η έρευνα επιχειρεί να αναδείξει τα χαρακτηριστικά της εργασίας που απαιτείται για τη μετατροπή ενός αναλογικού/συμβατικού αρχείου σε ψηφιακό. Τα έργα ψηφιοποίησης αποτελούν την κατεξοχήν έκφραση των αρετών της ψηφιακότητας και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής, όμως ο ηγεμονικός λόγος γύρω από αυτές τις αρετές αποκρύπτει τις κοινωνικές διαδικασίες που συντελούνται κατά την πραγματοποίησή τους. Στην ψηφιακή κοινωνία τα τεχνολογικά συστήματα παρουσιάζονται και υποστασιοποιούνται ως οι βασικοί, αν όχι μοναδικοί, συντελεστές της ψηφιοποίησης, το κύριο υποκείμενο της αλλαγής. Η εστίαση όμως στις υλικότητες αγνοεί τα ίδια τα υποκείμενα παραγωγής της ψηφιακής πληροφορίας. Μέσα από τη μελέτη τριών έργων ψηφιοποίησης στο πρόσφατο παρελθόν (2004-2020) αναδεικνύεται η αόρατη δημιουργική και δεξιοτεχνική εργασία των ομάδων ψηφιοποίησης ή/και τεκμηρίωσης, σε μια αντίστροφη λογική από εκείνη του λόγου περί ευφυών μηχανών που θέλει τα χαρακτηριστικά και τις επιδόσεις τους να την καθιστούν περιττή. Καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, οι ομάδες ψηφιοποίησης αντιμετώπισαν απροσδόκητα προβλήματα άσχετα με τις δεξιότητες ή τις γνώσεις των εργαζομένων και την κατάσταση του υλικού, αλλά είχαν να κάνουν κυρίως με δυσκολίες που προκλήθηκαν από τεχνικές δυσλειτουργίες, από την επιλογή ακατάλληλου εξοπλισμού και την προετοιμασία του υλικού για ψηφιοποίηση . Έτσι, το προσωπικό έπρεπε να προσαρμόσει τη διαδικασία σάρωσης με τέτοιο τρόπο ώστε η δημιουργικότητα, η επινοητικότητα, η προθυμία και η έμπνευσή τους να προσφέρουν τις λύσεις που απαιτούνταν για την πρόοδο του έργου. Με αυτόν τον τρόπο, αναδείχθηκε ο κρίσιμος ρόλος της εμπρόθετης δράσης που τροποποίησε το προκαθορισμένο κανονιστικό σενάριο των απαιτούμενων εργασιών. Αυτή η δημιουργική εργασία ωστόσο δεν αναγνωρίστηκε από την πλευρά των εργοδοτών ως τέτοια ούτε σε επίπεδο αμοιβής ούτε σε επίπεδο βελτίωσης της παρεχόμενης υπηρεσίας παρά το γεγονός ότι υπήρξε ο καθοριστικός παράγοντας για την ολοκλήρωση των έργων. Παράλληλα, μέσα από την έρευνα αναδεικνύονται τα χαρακτηριστικά ενός εργατικού δυναμικού που απασχολείται στον χώρο της αρχειακής πληροφορίας, δυναμικού φθηνού, κατά βάση νεανικού και γυναικείου, προσωρινής απασχόλησης ως επί το πλείστον και που συνδέεται στενά με το τοπίο της επισφαλούς εργασίας των τελευταίων ετών ενώ εγγράφεται στο πλαίσιο της περιορισμένης ανθρώπινης παρέμβασης σε σχέση με τις σύγχρονες ψηφιακές τεχνολογίες.
 
Τετάρτη

7.6.2023

Γιάννης Χάλκος

Συζητητές: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, Ευάνθης Χατζηβασιλείου
 
 
Ελλάδα και Δύση, 1974-1976: Ιστορικοποιώντας τις διεθνείς διαστάσεις της Μεταπολίτευσης
 
Η εισήγηση θα εξετάσει την ελληνική Μεταπολίτευση ως ένα διεθνές γεγονός με έμφαση στην αλληλεπίδραση μεταξύ των ελληνικών και δυτικών προσλήψεων και στρατηγικών για την σταθεροποίηση της χώρας εντός του Δυτικού συστήματος. Δεδομένου του αντιδυτικού αισθήματος που κυριαρχούσε στην ελληνική κοινή γνώμη μετά την τουρκική εισβολή την Κύπρο, οι κυβερνήσεις Καραμανλή έπρεπε να εξισορροπήσουν την μονομερή σχέση της Αθήνας με τη Δύση –κυρίως με τις ΗΠΑ– όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, αλλά και να εξασφαλίσουν την άμυνα της χώρας απέναντι στην τουρκική απειλή. Με τους δύο αυτούς στόχους να συμπλέκονται άμεσα με το ζητούμενο του εκδημοκρατισμού, οι ελληνικές κυβερνήσεις θα επεδίωκαν την ένταξη στην ΕΟΚ και τον επανακαθορισμό της στρατηγικής σχέσης με τις ΗΠΑ έτσι ώστε αυτή να τεθεί σε μια πιο ισότιμη βάση και να καλύπτει τις ελληνικές αμυντικές ανάγκες. Από την άλλη πλευρά, οι δυτικές κυβερνήσεις έβλεπαν την ελληνική Μεταπολίτευση και τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου η σύγκρουση μεταξύ δύο συμμάχων απειλούσε τη συνοχή του ΝΑΤΟ, κυρίως μέσα από το πρίσμα των ψυχροπολεμικών τους προτεραιοτήτων, γεγονός που θα οδηγούσε σε μια τεταμένη σχέση με τη δημοκρατική Ελλάδα. 
Αν και η περίοδος έως το 1974 έχει προκαλέσει σε μεγάλο βαθμό το ενδιαφέρον της ιστορικής κοινότητας, η Μεταπολίτευση παραμένει σχετικά χαμηλά στην ερευνητική ατζέντα των ιστορικών. Έτσι, κρίνεται σκόπιμο ένα μέρος της εισήγησης να αφιερωθεί στα μεθοδολογικά ζητήματα και τις προκλήσεις που συνεπάγεται η έρευνα μιας εποχής της οποίας το τέλος –και συνεπώς η πρόσληψή της– είναι ακόμα αντικείμενο συζήτησης. 
 

Κατέβασμα αρχείου
Τελευταία νέα
Επόμενη συνάντηση, 24.5.2023, 20:00
22/02/2023
Αλέξανδρος Παναγόπουλος, Η αόρατη εργασία ψηφιοποίησης στην κατασκευή της ψηφιακής κοινωνίας: περιπτώσεις από την ελληνική εμπειρία, ...
Νέο πρόγραμμα συναντήσεων-συζητήσεων
08/02/2023
Δημοσιεύθηκε το νέο πρόγραμμα συναντήσεων-συζητήσεων (Φεβρουάριος 2023-Ιούνιος 2023)

Οι Συναντήσεις – συζητήσεις πραγματοποιούντ...